.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011


Το παράπονο


Ό,τι κι αν είχα, μάνα μου, το 'δωσα για μι’ αγάπη.
- Πήρε χρυσάφια κι αργυρά και κίνησε γι’ άλλου; 
Δεν τα προικιά που μου 'δωσες κι ότι δικό που εκλάπη. 
Δε με χαλάει, κι ας έμενε για μένα η κουρελού.

Φτάνει μονάχα δυστυχής μην η ψυχή μου μείνει.
Μην ξεγυμνώσει από χαρά και πίστη απαρνηθεί.
Μη δεν ελπίσει πια ζωή κι αναίσθητη μου γίνει.
Μη στο τραχύ κι απόκοσμο, του ερέβους πλανηθεί.

Μόν’ στα ριζά και στα χλωρά θε να 'τρεφε η ψυχή μου,
κει πάνω, μάνα, στ’ αψηλά που αγάπησα βουνά.
Άγρια να ξέβγαζα κραυγή να γιάνω την πληγή μου,
να στείλω την στην άβυσσο, που το θεριό πεινά.

Ένα στρατί για να 'παιρνα κι έναν ανθό για να 'βρω,
να βάλω τον στο στήθος μου για ν’ αποκοιμηθώ.
Για να μου γιάνει της ψυχής το κάθε τι και μαύρο.
Για ν’ αγαπήσω, μάνα μου, και για να ερωτευθώ.

Ό,τι κι αν είχα, μάνα μου, το πρόδωσε η αγάπη.
Η αγάπη εκείνου, που για με δεν ήταν, δυστυχώς.
Δεν τα προικιά, που μου 'δωσες. Δικό σου, δεν εκλάπη!
Είναι για δεν μου χάρισε των αστεριών το φως.



©Γιώργος Ν. Μανέτας