.

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011


Άλλως


Σαν να λιγόστεψαν, απόψε
τ' άστρα, τα σύμπαντα και η γης.
Σαν να λιγόστεψε και η φύση
στο αιθαλικό φως της αυγής.

Οι θάλασσες και τα ποτάμια.
Τα πορφυρά τα δειλινά
σαν να λιγόστεψαν, κι εκείνα
τ' απλά, τα καθημερινά.

Τα γιασεμιά, τ' άλικα ρόδα.
Το χρώμα εκείνο τ’ ουρανού.
Σαν όλα, κάπως ν’ απογίναν
βορά του κόσμου, τ’ αλλουνού.

Σάμπως η πίστη μας, να εχάθη.
Άλλως η κτίσις, να πενθεί
με δίχως μύρτα κι ανθομύρα·
Με ασφόδελους και νηπενθή.

Σαν να λιγόστεψε, η αγάπη...
Σαν να βυθίσαμε, μεμιάς...
Σαν να φροντίσαμε, οι ζωές μας
κι αυτές, βορά της ερημιάς…



©Γιώργος Ν. Μανέτας



Ανεπίδοτο


Μες στην αυγή και ξύπνησα μα δεν ήσουν στην κλίνη...
Τώρα που η άνοιξις ανθεί
πες μου, ποιος θέλει να πενθεί
τον έρωτα, όπως φθίνει...

Βγήκα στους δρόμους να σε βρω κι ανάγυρα την κτίση.
Τώρα που οι σκέψεις – συμφορά,
ψάχνω να δω πού 'ναι η χαρά,
σε Ανατολή και Δύση.

Ευχή δική μου η άνοιξη λουλούδια να σε ραίνει.
Τώρα που η όξινη βροχή...
που έμεινε πια μια εποχή…
που ό,τι αγαπάς, πεθαίνει...

Τότε που σκέφτηκα να ζω μ' όσα η ζωή μου δίνει.
Κι έτσι… όπως σκότισε μεμιάς...
ήρθε η στιγμή της ερημιάς:
Σταυρός και κομποσκοίνι. 

Στράφηκα – μάρτυς μου ο Θεός στη συμφορά μου τούτη.
Τώρα σε εικόνα του κελιού,
κάνω το σχέδιο του σταυρού:
Αυτά είναι μου τα πλούτη…